Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς

ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ

έσαντες διευθυντές 

1. Ιωάννης Ζωσιμάδης,αρχιμανδρίτης (1911-12)

2. Δημήτριος Ευθυμίου Παππάς, Δρ. θ. αρχιμανδρίτης (1912 - 1924)

3. Ιωάννης Αναστασιάδης, αρχιμανδρίτης (1924 - 1925)

4. Αβέρκιος Παπαδόπουλος, αρχιμανδρίτης (Σεπτέμβριος 1927 - Ιούλιος 1932)

5. Πολύκαρπος Θεοδώρου, αρχιμανδρίτης (Σεπτέμβριος 1932 - Ιούνιος 1936)

6. Ιωάννης Κολιτσάρας, θεολόγος (Σεπτέμβριος 1936 - Οκτώβριος 1940)

7. Νικόλαος Παπαδόπουλος, θεολόγος - φιλόσοφος - παιδαγωγός (Ιούνιος 1941 -  Φεβρουάριος 1957)

8. Οδυσσέας Δημογκίνης, θεολόγος (Φεβρουάριος 1957 - Ιούλιος 1958 και Φεβρουάριος 1962 - Μάιος 1963)

9. Πέτρος Ξενικάκης (Σεπτέμβριος 1958 - Φεβρουάριος 1962)

10. Αριστείδης Χαρατσής (Ιούνιος 1963 - Ιούνιος 1971)

11. Συμεών Χατζής, αρχιμανδρίτης (Σεπτέμβριος 1971 - Ιούνιος 1972)

12. Χρυσόστομος Βούλτσος, επίσκοπος Δωδώνης (Ιούνιος 1972 - Ιούλιος 1973)

13. Ηλίας Τσιβίκης, πρωτοπρεσβύτερος (Σεπτέμβριος 1973 - Ιούνιος 1979)

14. Αλέξανδρος Κορακίδης, Δρ. θ. (Νοέμβριος 1979 - Ιούνιος 1982 και Σεπτέμβριος 1987 - Νοέμβριος 1989)

15. Εμμανουήλ Ριζόπουλος (Ιούνιος 1982 - Ιούλιος 1987)

 

Διατελέσαντες Διευθυντές

      Μητροπολίτης Δημήτριος                                     Ιωάννης Κολιτσάρας                          Νικόλαος& Ζηνοβία Παπαδοπούλου 

         Οδυσσέας Δημογκίνης                                    Πέτρος Ξενικάκης                             Αριστείδης Χαρατσής                             

     

                            Aρχ.Συμεών Χατζής                               Χρυσόστομος Βούλτσος, επίσκοπος Δωδώνης

                  Ηλίας Τσιβίκης, πρωτοπρεσβύτερος                           Αλέξανδρος Κορακίδης                                Εμμανουήλ Ριζόπουλος           

"Οι Διευθυντές κατέβαλαν γενναία προσπάθεια για να λειτουργήσουν αποδοτικά τα μέσα που διέθετε η Σχολή: Εκπαίδευση, Εκκλησία, Οικοτροφείο και Αγρόκτημα για ναεπιτευχθεί ο μεγάλος σκοπός της, υπερνικώντας δυσκολίες που παρουσιάστηκαν. Οι Διευθυντές του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, άνθρωποι γνήσιοι, ακαταπόνητοι λει- τουργοί, φωτισμένοι δάσκαλοι και αληθινοί Χριστιανοί, φιλόπονοι Διευθυντές και σθεναροί εργάτες της παιδείας, ανέδειξαν το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς σε λαμπρό Σχολείο Ελληνοχριστιανικής Παιδείας και πολιτισμού και όλοι εμείς που φοιτήσαμε σ’ αυτό το Μεγάλο, για την εποχή του, Σχολείο με τη γνώση, το ήθος και το αγωνιστικό σθένος πετύχαμε στην εκπαιδευτική και κοινωνική αποστολή μας δικαιώνοντας έτσι τη Μεγάλη προσφορά τους.

Τους ευγνωμονούμε.  "

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.                                                                  

       Iωάννης  Kολιτσάρας (1903-1989)

  1. Ο πρώτος που ανέλαβε τη διεύθυνση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς το Σεπτέμβριο του 1936 ήταν ο θεολόγος-παιδαγωγός, καθηγητής τότε της Σχολής, Ιωάννης Κολιτσάρας, ο οποίος παρέμεινε στη Βελλά μέχρι τον Οκτώβριο του 1940.

Ο Ιωάννης Κολιτσάρας γεννήθηκε το 1903 στο χωριό Νεοχώρι Μεσολογγίου και μικρός έμεινε ορφανός από τους δύο γονείς του. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Αθηνών και το 1929 ήλθε στη Βελλά με προσωπική επιλογή του Μητροπολίτη Σπυρίδωνα. Ο ενθουσιώδης και χαρισματικός εκείνος θεολόγος πίστευε ότι «ο Δάσκαλος καλείται να αγωνισθή…ως καλός οικοδόμος…να αναγεννήση και να καταστήση πάλι ρωμαλέον το σχολείον»2. Πραγματικά ο Ιω. Κολιτσάρας οργάνωσε το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς και το κατέστησε ρωμαλέο μορφώνοντας ικανούς διδασκάλους και ιερείς. Με τη συνεργασία του εξαίρετου φιλόλογου καθηγητή Κων/νου Γκράτσιου συνέβαλε στη σύνταξη του Αναλυτικού και Ωρολογίου Προγράμματος στο οποίο προβλεπόταν ελεύθερος χρόνος για ελεύθερες δραστηριότητες και ψυχαγωγία των μαθητών και στη σύνταξη του Γενικο Κανονισμού της Σχολής το 19323. Ως «ανοιχτός και προοδευτικός» παιδαγωγός εισηγήθηκε και

 1) Εφαρμόστηκε στη Σχολή για πρώτη φορά η υπηρεσία του ειδικού καθηγητή κάθε τάξης (ordinarius),

2) Ιδρύθηκαν και λειτούργησαν στη Βελλά 4 τάξεις 8/ταξίου Γυμνασίου κατά τις περιόδους 1936-1940 και 1945-1956, 3) λειτούργησαν στη Βελλά κατώτερα εκκλησιαστικά φροντιστήρια για την κατάρτιση ιερέων της Ι. Μητροπόλεως Ιωαννίνων κατά τις περιόδους 1932-1940 και 1940-1959 και 4) το Δημοτικό Σχολείο της Σχολής ονομάστηκε πρότυπο.

Ο Ιω. Κολιτσάρας ως θεολόγος καθηγητής «Είχε βαθειά και πλατιά μόρφωση θεολογική, παιδαγωγική και εγκυκλοπαιδική…Ο λόγος του ήταν πάντοτε μεστός πνεύματος και σοφίας, πειστικός και διδακτικός»4.

Ο Οδυσσέας Δημογκίνης, μαθητής του Ιω. Κολιτσάρα στη Βελλά, μας παρουσιάζει τον τρόπο και τους σκοπούς της διδασκαλίας του καθηγητή: «πολύν δυνατήν εντύπωσιν άφηνεν η διδασκαλία του Ιω. Κολιτσάρα5. Είχε βαθείαν γνώσιν της ψυχολογικής καταστάσεως των νέων. Βεβαίως ήθελεν να αποκτήσουν οι μαθηταί γνώσεις, να γίνουν αυτοί άνθρωποι προοδευτικοί και κοινωνικοί, να γίνουν προπαντός συνειδητοί, συνεπείς και δημιουργικοί χριστιανοί».

Ο ίδιος ο Ιω. Κολιτσάρας με «το υπέροχον ανανεωτικόν ήθος και το φωτισμένον πνεύμα του» παρουσιάζει το σκοπό της Ελληνοχριστιανικής Αγωγής. «Υποχρέωση των Ελλήνων συνιστά το αίτημα για μόρφωση της νεολαίας και αναμόρφωση της εθνικής παιδείας με βάση το αρχαίον ελληνικόν πνεύμα εν τη συναρτήσει προς την απείρου αξίαν Χριστιανικήν αλήθειαν»6«Ο κατά Χριστόν άνθρωπος…συνδυάζει την πλουσία μόρφωσιν με τον ακέραιον χαρακτήρα, την αληθινήν σοφίαν με την ευγένειαν του ήθους. Είναι εις θέσιν πάντοτε να διακρίνει το ορθόν και το πρέπον»7.

Το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς είχε οργανωμένη εκκλησιαστική ζωή για την καλλιέργεια του ορθόδοξου χριστιανικού φρονήματος των σπουδαστών. «Ο Ιω. Κολιτσάρας με τα άριστα κηρύγματα, τα οποία έκανε ανελλιπώς εις τον ναόν της Σχολής, με την τακτικήν συμμετοχήν του εις τα ιερά μυστήρια και με το εις όλα καλό διδακτικό παράδειγμά του ετόνωσε αισθητώς την θρησκευτικήν πίστιν και ζωήν των εκκλησιαζομένων»8, .

Την περίοδο 1935-1937 ολοκληρώθηκε η κατασκευή της μισής ανατολικής πτέρυγας του διδακτηρίου και τοποθετήθηκαν νέοι λουτήρες.

Μεγάλο ποσοστό των μαθητών ήταν από τη Β. Ήπειρο και φοιτούσαν δωρεάν. Η ζωή και η εργασία στη Σχολή και το οικοτροφείο οργανώθηκε με βάση την αρχή της αυτοδιοίκησης και καλλιεργούνταν έτσι μεταξύ των μαθητών πνεύμα αλληλεγγύης, συνεργασίας και ευθύνης του ατόμου έναντι του συνόλου. Οι μαθητές αναλάμβαναν υπηρεσίες και φροντίδες στο εστιατόριο, στο αγρόκτημα, στην εκκλησία κ.α.

Η σχολική ζωή στη Βελλά ήταν πάντα πλούσια σε εκδηλώσεις: αθλητικές, μουσικές, θεατρικές κλπ. των μαθητών. Ο Οδυσσέας Δημογκίνης περιγράφει τη συμβολή του Ιω.Κολιτσάρα στον τομέα αυτό: «…συχνά τον έβλεπον να παίζη εις το γυμναστήριον “βόλεϋ μπωλ” μαζί με τους μαθητάς…ελάμβανε μέρος εις την σκοποβολήν…Προθύμως ανελάμβανε κατά τας εθνικάς εορτάς την εκφώνησιν του σχετικού πανηγυρικού λόγου»9.

Το 1935 άρχισαν στον κάμπο της Βελλάς τα αποστραγγιστικά έργα και ο Ιω. Κολιτσάρας εργάστηκε για την οργάνωση όλων των τμημάτων του αγροκτήματος με τη συνεχή συνεργασία του Μητροπολίτη Σπυρίδωνα. Οι μαθητές, με την εργασία τους στο αγρόκτημα, αποκτούσαν πολύτιμες γεωπονικές γνώσεις και καλλιεργούσαν το «πνεύμα αγάπης και πρέπουσας τιμής προς την καλλιέργειαν και γενικά προς την εργασίαν». Τα προϊόντα του αγροκτήματος ήταν βασικά για την διατροφή 200 περίπου ατόμων: μαθητών, καθηγητών και λοιπού προσωπικού.

«Η περίοδος κατά την οποίαν διηύθυνε την Σχολήν ο Ιω. Κολιτσάρας δικαίως θεωρείται ως η εποχή της πιο ικανοποιητικής καρποφορίας. Τότε εις το Ιεροδιδασκαλείον Βελλάς κυριαρχούσε η πνευματική και λελογισμένη σωματική εργασία, η αβίαστος και συνειδητή πειθαρχία, η αισιοδοξία και ο ενθουσιασμός των καθηγητών, ένα αίσθημα προόδου και γενικής ακμής»10.

«Ο Ιω. Κολιτσάρας εις την παραμεθόριον αυτήν Σχολήν…ειργάσθη με απόλυτον αφοσίωσιν εις την αποστολήν του …να καταρτίση ιερείς και διδασκάλους ικανούς να δράσουν επωφελώς ως Ιεραπόστολοι και Εθναπόστολοι εις την Ήπειρον γενικώς και ιδιαιτέρως εις τα χωριά και εις τας πόλεις της μαρτυρικής Βορείου Ηπείρου»11.

Η περίοδος 1927-1940 ήταν «η πειθαρχικότερη» και η Σχολή γνώρισε «την πρώτη της σπουδαιότερη ακμή της»12. Με τον Α.Ν. 807/29-9-1937 (ΦΕΚ 390 Α΄) το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς «αναβαθμίζεται σε 6/τάξιο Σχολή και διαρρυθμίζεται και αφομοιώνεται προς τον τύπον της Ριζαρείου Σχολής».

Γενικά ο Ιω. Κολιτσάρας εργάστηκε στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς «σκληρά, γόνιμα και αποδοτικά».

Μετά τη Βελλά ο Ιω. Κολιτσάρας αφοσιώθηκε στο πνευματικό έργο της Αδελφότητας Θεολόγων η «ΖΩΗ».Έγραψε πολλά και σημαντικά θεολογικά και παιδαγωγικά βιβλία.

 

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

   
          Nικόλαος Παπαδόπουλος (1897-1973)
 
Μετά τον Ιωάννη Κολιτσάρα διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς ο Νικόλαος Παπαδόπουλος, θεολόγος-παιδαγωγός, Δρ Φιλοσοφίας.
Ο Νικόλαος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1897 στη Σιγή του Μαρμαρά. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Λειψία και το 1933 αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς από τον Ιούνιο 1941 μέχρι το Φεβρουάριο 1957.
Ο Ν. Παπαδόπουλος με τη δυνατή προσωπικότητα και την υψηλή συναίσθηση της αποστολής του «κράτησε» τη Σχολή και λειτούργησε σε δύσκολες πολεμικές περιόδους13.
 
Συγκεκριμένα:
 
1. Διασφάλισε τη λειτουργία της Σχολής στο ίδρυμα Γ. Σταύρου στα Γιάννενα την περίοδο 1941-1943. Την περίοδο 1943-1946 η Σχολή δεν λειτούργησε λόγω έλλειψης τροφίμων και ο Ν. Παπαδόπουλος δίδαξε στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων στην οποία διετέλεσε Διευθυντής το 1945.
 
2. Οργάνωσε τη Σχολή στη Βελλά για να λειτουργήσει εκεί το Φεβρουάριο 1946.
 
3. Οργάνωσε πάλι το ίδρυμα Γ. Σταύρου στα Γιάννενα και λειτούργησε η Σχολή από τον Ιούνιο 1948 μέχρι το Νοέμβριο 1956.
 
4. Την περίοδο 1949-1956 ολοκληρώθηκε στη Βελλά η κατασκευή της μισής ανατολικής πτέρυγας του διδακτηρίου, αποκαταστάθηκαν οι φθορές και το 1956 μεταφέρθηκε εκεί η Σχολή όπου λειτούργησε μέχρι το 1989.
 
5. Τα έτη 1945-1959 λειτούργησε στη Βελλά κατώτερο εκκλησιαστικό φροντιστήριο.
 
Οι παρακάτω μαρτυρίες Βελλαϊτών φωτίζουν ορισμένες πτυχές του έργου και της προσωπικότητας του Ν. Παπαδόπουλου.
 
1) Δίδασκε στη Σχολή Παιδαγωγικά, Διδακτική, Ψυχολογία και Φιλοσοφία και είχε τη χάρη τα πολύ δύσκολα να τα δίνει με απλό τρόπο
.
2) Ήταν οργανωτικός και μεθοδικός. Τηρούσε «Ωρολόγιο Πρόγραμμα, απογευματινή μελέτη, παιδονομία, πρότυπο δημοτικό σχολείο, όλα με απόλυτο προγραμματισμό, τάξη και συνέπεια».
 
«Ο Διευθυντής μας …φάνταζε πολύ αυστηρός και αυταρχικός. Δεν ήταν όμως. Πίσω από τη φαινομενική σκληρότητα κρυβόταν η ανθρώπινη ευαισθησία και το ειλικρινές ενδιαφέρον για την προκοπή μας και κάτω από την αυστηρότητα η καλοσύνη και η πραγματική αγάπη», «οξυδερκής, πνευματώδης, σοβαρός, ψύχραιμος, αποφασιστικός, ακριβοδίκαιος αλλά και επιεικής, όταν χρειαζόταν»15.
 
Ο Ν. Παπαδόπουλος «ήθελε να αποκτήσουν οι μαθητές γνώσεις, δεξιότητες, ήθος, προσωπικότητα και εσωτερική καλλιέργεια»16. «Ήθελε την ελληνοχριστιανική αγωγή των παιδιών. Να βγάλει η Βελλά Δασκάλους φωτισμένους με πατριωτικό και θρησκευικό φρόνημα»17. «Κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες να μας εφοδιάζει με αρχές και αξίες για να επιπλεύσουμε στον κοινωνικό στίβο. Πρώτα να γίνετε άνθρωποι και μετά δάσκαλοι» μας έλεγε18.
 
Ο Ν. Παπαδόπουλος «καλλιέργησε στη Σχολή πνεύμα εργασίας και συνεργασίας και ενθάρρυνε την ελεύθερη πνευματική δράση των μαθητών. Οι καθηγητές ήταν φιλελεύ-θεροι και ευσυνείδητοι και οι μαθητές τους εμπιστεύονταν.
 
«1. Οι μαθητές του οικοτροφείου ήταν παιδιά προσφυγόπουλα από τη Β. Ήπειρο καθώς και άπορα και ορφανά παιδιά από την Ήπειρο, από λαϊκά στρώματα».
 
2. Το Οικοτροφείο λειτούργησε με τη θερμή φροντίδα της Ζηνοβίας Παπαδοπούλου, συζύγου του Διευθυντή και Διευθύντριας του Δημοτικού Σχολείου πού ήταν «Η Μάνα της Σχολής».
 
3. Οι Βελλαΐτες παρουσιάζουν ως εξής τη ζωή στη Σχολή: «Η ζωή μας στο κτίριο του Γ. Σταύρου κυλούσε ήρεμη, γαλήνια, δημιουργική. (Η Σχολή) λειτούργησε σαν μια μεγάλη οικογένεια…οι σχέσεις μεταξύ μαθητών ήταν αδελφικές»20. Οι μαθητές με τη συνεργασία του Διευθυντή και των καθηγητών οργάνωναν ποικίλες δραστηριότητες και εκδηλώσεις. Αθλητικές, θεατρικές, μουσικές εκδρομές, διαλέξεις μαθητών, τις οποίες παρακολουθούσαν όλοι οι μαθητές και οι καθηγητές. ΄Ετσι το πνευμα τικό επίπεδο ανέβαινε και οι αρχές του σχολείου εργασίας εφαρμόζονταν.
 
Συμπερασματικά για το έργο του Ν. Παπαδόπουλου μπορούμε να τονίσουμε ότι διηύθυνε το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς επί 17 χρόνια με υψηλό αίσθημα ευθύνης και με ανανεωτικές ευρωπαϊκές εκπαιδευτικές ιδέες.
 
Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.
 

                                 Οδυσσέας Δ.Δημογκίνης

         Θεολόγος -Λυκειάρχης -Δντής του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς

Γεννήθηκε το 1917 στο χωριό Βούνο Χειμάρρας της Βορείου Ηπείρου.Εννέα χρόνων έφυγε από την πατρική του οικογένεια και πήγε στα Γιάννινα για να σπουδάσει στα σχολεία της ελεύθερης πατρίδας. Με τη βοήθεια του τότε Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα Βλάχου τελείωσε τις τάξεις του Δημοτικού Σχολείου  και τις πρώτες γυμνασιακές τάξεις στα Σχολεία της Πωγωνιανής και της Παραμυθιάς. Στη συνέχεια φοίτησε στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς και έγινε δάσκαλος. Τα δύσκολα χρόνια της κατοχής φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ εργαζόταν ως δάσκαλος σε ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο. Μόλις αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή διορίστηκε καθηγητής Θεολογίας στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς. Από τοΦεβρουάριο του 1957 ως τον Ιούλιο του 1958 και  από το Φεβρουάριο του 1962 ως το Μάιο του 1963 διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδιδασκαλείου. Αγάπησε τόσο πολύ τη Βελλά που τη θεωρούσε σπίτι του και τους σπουδαστές και το προσωπικό οικογένειά του.

Το 1964 μετετέθη στην Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων . Με το βαθμό του Γυμνασιάρχη υπηρέτησε στο εξατάξιο Γυμνάσιο Γαβαλούς Μεσολογγίου.Αργότερα μετετέθη στο Λύκειο Θηλέων της Νέας Φιλαδέλφειας, όπου υπηρέτησε ως Λυκειάρχης για οκτώ συνεχή έτη.

Γνώστης και της Αλβανικής γλώσσας έγραψε και εξέδωσε το 1989 το Ελληνοαλβανικό Λεξικό.΄Αλλα έργα του:Λεξικό ελληνοαλβανικό

¨Χιλιασταί (Μάρτυρες του Ιεχωβά¨(1988) και,

¨Ο Ιεράρχης Σπυρίδων Βλάχος και το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς¨.

Από το γάμο με τη Γιαννιώτισσα σύζυγό του απέκτησε δυο παιδιά,μια κόρη που είναι Οδοντίατρος και ένα γυιο που είναι Ηλεκτρολόγος Μηχανολόγος.

΄Ολα τα χρόνια που βρισκόταν στην Ελλάδα ο νους του ήταν πάντα στους δικούς του που άφησε στη Βόρειο ΄Ηπειρο . Επιθυμία του ήταν πάντα, να βρεθεί στην ιδιαιτέρα του πατρίδα τη Βόρειο ΄Ηπειρο  και να εργαστεί ως δάσκαλος στα Βορειοηπειρωτόπουλα.Αριστος οικογενειάρχης, καλός δάσκαλος,ακέραιος στο ήθος και το χαρακτήρα άφησε το δικό του στίγμα στην κοινωνία μας και ειδικότερα στην εκπαίδευση.Η παρουσία του στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς τόσο ως καθηγητής όσο και ως Διευθυντής,ήταν οι καλύτερες και δημιουργικότερες περίοδοι της εκπαιδευτικής του σταδιοδρομίας.Στην καρδιά και στη σκέψη μας ο πατέρας μας  κατέχει προνομιούχα θέση και η αγάπη μας μόνιμη συντροφιά του εκεί που βρίσκεται.

Δημογκίνη Βασιλική

 

Οδυσσέας Δημογκίνης (1917-2004)

Το Νικόλαο Παπαδόπουλο διαδέχθηκε ως διευθύνων του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς ο Υποδιευθυντής Οδυσσέας Δημογκίνης, θεολόγος, ο οποίος είχε γεννηθεί στο χωριό Βούνο της Χειμάρας της Βορείου Ηπείρου.

Με τη βοήθεια του Μητροπολίτη Σπυρίδωνα φοίτησε στα σχολεία της Πωγωνιανής, της Παραμυθιάς και το 1936 στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς. Φοίτησε στη Θεολογική Σχολή Αθηνών και το 1948 ήλθε στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς.

Διετέλεσε Διευθυντής της Σχολής σε δύο περιόδους: την α΄ περίοδο από το Φεβρουάριο 1957 μέχρι τον Ιούλιο 1958 και τη β΄ περίοδο από το Φεβρουάριο 1962 μέχρι το Μάιο 1963. Ευτυχήσαμε να τον έχουμε καθηγητή και Διευθυντή επί 6 χρόνια.

Ως θεολόγος και ιεροκήρυκας διακρίθηκε για τη μεγάλη αγάπη προς το Θεό, την Εκκλησία, την επιστήμη της Θεολογίας και τον πλησίον. Δίδασκε με τη διδασκαλία του, σκοπός της οποίας δεν ήταν μόνο η μετάδοση γνώσεων αλλά η τόνωση της πίστης προς το Θεό και η ηθική καλλιέργεια του σπουδαστή. Δίδασκε όμως και με το παράδειγμά του.

Ως Διευθυντής επιτέλεσε τα καθήκοντα με τιμιότητα, συνεργατικότητα και με υψηλό αίσθημα ευθύνης. «Αγαπούσε τη Βελλά, έζησε σ’ αυτή 16 χρόνια και τη θεωρούσε σπίτι του και το έμψυχο υλικό ως οικογένειά του»21.

Αγαπούσε τους μαθητές και ενέπνευσε σ’ αυτούς το σεβασμό. Δεν τιμωρούσε. Έδινε λύσεις στα προβλήματα με την πατρική νουθεσία και το συνετό έλεγχο. Έτσι το κλίμα της σχολής ήταν ειρηνικό και ευνοούσε την ομαλή λειτουργία της και τη δημιουργική πνευματική εργασία των μαθητών.

Πίστευε στη μεγάλη μορφωτική αξία της ελληνοχριστιανικής αγωγής. Τόνιζε: «Η ελληνοχριστιανική παιδεία…έχουσα ως ύψιστον σκοπόν την με σχετικήν έννοιαν ομοίωσιν του ανθρώπου προς τον Θεόν …δίδει πολύτιμα εφόδια να αναδειχθούν άνθρωποι και να καλλιεργήσουν τον αληθινόν ανθρωπισμόν μεταξύ των ανθρώπων»22, (Κολιτσάρας,

Ο Οδυσσέας Δημογκίνης έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη λειτουργική ζωή των μαθητών. Στην Εκκλησία βίωναν «την κοινωνία με το Θεό και τον πλησίον» και διαμόρ-

φωναν ορθόδοξο χριστιανικό ήθος ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Το οικοτροφείο, παρά τις ελλείψεις, λειτούργησε υποδειγματικά και οι διάφορες δρα-

στηριότητες και εκδηλώσεις των μαθητών συνεχίζονταν με τον ίδιο ρυθμό. Σύμφωνα με μαρτυρία Βελλαΐτη: «Στο οικοτροφείο δεν υπήρχε θέρμανση στα κτίρια,

ο φωτισμός ήταν ελλιπής. Οι κανόνες της σχολής ήταν αυστηροί…Παρ’ όλα αυτά περάσαμε γενικά αρκετά καλά. Κάναμε φιλίες και ζήσαμε χαρούμενα και ομαλά τα δύσκολα εκείνα εφηβικά χρόνια. Μια σχολή σαν τη Βελλά ήταν για μας “μάνα εξ ουρανού”, το ωραιότατο και γλυκύτατο καταφύγιο. Γι’ αυτό δεν την ξεχνούμε ποτέ…Πηγαίνω να επισκεφθώ τη Βελλά, να την αντικρύσω, να κλάψω, να δακρύσω και ύστερα να κατεβώ για λίγο στις πηγές να πιω λίγο δροσερό νεράκι»23.

Ο Οδυσσέας Δημογκίνης αναγνώριζε την αξία του αγροκτήματος, μορφωτική και οι-

κονομική, για τους μαθητές και τη Σχολή. Παρουσιάζει και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του

Σπυρίδωνα ο οποίος φρόντισε «…δια σειράς Νόμων και Διαταγμάτων… και εκηρύχθησαν τόσον η περιουσία της Ι. Μονής Βελλάς όσον και τα κτήματα των τυχόν εις ταύτην συγχωνευθησομένων ιερών μοναστηρίων, αναπαλλοτρίωτα εις το διηνεκές προς εξυπηρέτησιν της ιεράς αποστολής της Σχολής»24.

Ο Οδυσσέας Δημογκίνης εξαίρει τη μεγάλη προσφορά του Μητροπολίτη Σπυρίδωνa και του Ιεροδ. Βελλάς στην Ήπειρο και ιδιαίτερα στη Βόρειο Ήπειρο. «Όχι μόνον προ του 1940 αλλά και μετά…το Ιεροδιδασκαλείον Βελλάς σφυρηλατούσε, διεμόρφωνε και κατάρτιζε για την ελληνικήν κοινωνίαν αξίους της αποστολής των διδασκάλους, πράγματι Χριστιανούς και Έλληνας…Εκείνων η εργασία…εις την Βόρειον Ήπειρον συν τοις άλλοις διετήρησεν ζωηρόν, ακμαίον και αλώβητον το θρησκευτικόν και εθνικόν φρόνημα του εκεί υπόδουλου Ελληνισμού»25.

«Ο Οδυσσέας Δημογκίνης σ’ όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για τη διάδοση της χριστιανικής πίστης και για τα ελληνοχριστιανικά ιδανικά με σταθερότητα και συνέχεια. Είχε

πίστη και αρετή26».

Ως Διευθυντής στη Βελλά εργάστηκε με ζήλο και ευσυνειδησία για να διατηρηθεί το Ιεροδ. Βελλάς «στη μεθοριακή περιοχή της Ηπείρου τηλαυγής φάρος ελληνικού και χριστιανικού φωτός».

Μετά τη Βελλά υπηρέτησε στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων, στο Γυμνάσιο Γαβαλούς Μεσολογγίου ως Γυμνασιάρχης και στο Λύκειο θηλέων Ν. Φιλαδελφείας ως Λυκειάρχης.

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

                 Πέτρος Ξενικάκης (1907-2008)

Μετά τον Οδυσσέα Δημογκίνη ανέλαβε τη διεύθυνση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς το Σεπτέμβριο του 1958 ο θεολόγος Πέτρος Ξενικάκης.

Ο Πέτρος Ξενικάκης γεννήθηκε το 1907 στο χωριό Μελισσουργάκι Ρεθύμνου. Μικρός έμεινε ορφανός από πατέρα. Φοίτησε στο ημιγυμνάσιο Πανόρμου Ρεθύμνου, στην Ιερατική Σχολή Χανίων, στη Θεολογική Σχολή Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Λυών της Γαλλίας (1954-1956).

Υπηρέτησε στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης (1945-1948) και στην Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου (1948-1954 και 1956-1958). Διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς κατά την περίοδο Σεπτέμβριος 1958- Φεβρουάριος 1962.

Ως άνθρωπος ο Πέτρος Ξενικάκης είχε σπουδαίες αρετές: αποφασιστικός, υπεύθυνος και ανυποχώρητος σε άδικες απαιτήσεις27. Ως καθηγητής δίδασκε με επιστημονική επάρκεια Ψυχολογία. Ως Διευθυντής πίστευε ότι η πειθαρχία ήταν αναγκαία για την κοινοβιακή ζωή δεκάδων μαθητών και για την απόκτηση σπουδαίου πνευματικού και ηθικού εξοπλισμού.

Με την τήρηση του νέου Κανονισμού του 195928 δημιουργήθηκε στη σχολή παιδαγωγικό κλίμα ηρεμίας που ευνόησε την πνευματική πρόοδο των μαθητών όπως όριζε το άρθρο 15 του Κανονισμού: «Ο χρόνος της μαθητείας είναι πολύτιμος ως χρόνος καταρτισμού εις τε την αρετήν και τα γράμματα». Η αυστηρότητα αυτή δυσαρέστησε μαθητές.

Η διαπίστωση ήταν ότι το επίπεδο σπουδών της σχολής ήταν υψηλό και «μάθαμε γράμματα».

Άριστη ήταν η λειτουργία του Δημοτικού Σχολείου της Σχολής χάρη στην εργασία των Διευθυντών και του καθηγητή των Παιδαγωγικών Ιωάννη Παπασπύρου. Η ζωή των μαθητών κοντά στην Εκκλησία ήταν βασική στην Εκκλησιαστική Σχολή της Βελλάς για την καλλιέργεια του χριστιανικού φρονήματος.

Ο Π. Ξενικάκης, πέτυχε την καλύτερη οργάνωση του αγροκτήματος, χρηστή διαχείριση των προϊόντων και των οικονομικών της Σχολής με τη συμμετοχή των μαθητών. Το φαγητό αναβαθμίστηκε και οι μαθητές έτρωγαν τώρα κρέας, ψάρι, αυγό, γλυκό κ.ά. Όπως ο ίδιος τονίζει: «Εκεί (στη Βελλά) αντιμετώπισα πάρα πολλά προβλήματα, είχα όμως πάντοτε την συμπαράστασιν και βοήθειαν του μακαριστού Μητροπολίτη Ιωαννίνων κυρού Σεραφείμ»29Οργάνωσε την αίθουσα ψυχαγωγίας, πλούτισε το γυμναστήριο με ειδικά όργανα και τη βιβλιοθήκη με νέα βιβλία.

Εκείνο που ήταν σημαντικό για τους μαθητές ήταν η «αδελφική», οικογενειακή ζωή τους. Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού του 1959 «Άπαντες οι μαθηταί έχουσι τα αυτά καθήκοντα και τα αυτά δικαιώματα εν τω οικοτροφείω. Οφείλουσι λοιπόν να έχωσιν αγάπην μεταξύ των και συναίσθησιν των ευθυνών έναντι των αδελφών των και του Σχολείου»30.

Η σχολική ζωή περιελάμβανε κυρίως αθλητικές δραστηριότητες, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, εκδρομές και ψυχαγωγία. Οι μαθητές περνούσαν ευχάριστα τον ελεύθερο χρόνο στην αίθουσα ψυχαγωγίας παίζοντας πινγκ-πονγκ, επιτραπέζια παιχνίδια κ.ά. «Ψυχαγωγία» με μουσική δεν υπήρχε και η έξοδος στο Καλπάκι απαγορεύονταν. Έτσι υπήρχε κλίμα «μόνωσης» των μαθητών. Τους χαροποιούσε όμως η όμορφη και φιλική συντροφιά με τους συμμαθητές στις πηγές και στο γήπεδο με τις καθημερινές αθλητικές και άλλες δραστηριότητες.

Μετά τη Βελλά ο Π. Ξενικάκης υπηρέτησε ως Διευθυντής στο Εκκλησιαστικό Φροντιστήριο Πατρών (1962-1965), στο Λύκειο Αμφιλοχίας (1965-1967), στο Λύκειο Ν. Φιλαδελφείας Αθηνών (1967-1971), στην Πρότυπη Ευαγγελική Σχολή Ν. Σμύρνης (1971-1976) και στη Σπάρτη ως Γενικός Επιθεωρητής Μ. Εκπαιδεύσεως (1976-1979).

Η περίοδος της διεύθυνσης της Σχολής από τον Πέτρο Ξενικάκη χαρακτηρίζονταν από την αυστηρή τήρηση του κανονισμού και του εκπαιδευτικού προγράμματος της Σχολής και τη μεγάλη πρόοδο των μαθητών στα μαθήματα που οφείλονταν στην ευσυνείδητη εργασία του Διευθυντή και των καθηγητών και στο ενδιαφέρον και στην καθορισμένη από το πρόγραμμα μελέτη των μαθητών στις τάξεις και στη βιβλιοθήκη της Σχολής.

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

 

             Αριστείδης Χαρατσής (1908-1988)

Η αποτελεσματική διεύθυνση της Σχολής συνεχίστηκε μετά τη 2η θητεία του Οδυσσέα Δημογκίνη (1962-1963) από το νέο Διευθυντή Αριστείδη Χαρατσή, θεολόγο-φιλόλογο.

Ο Αριστείδης Χαρατσής γεννήθηκε το 1908 στην Αγία Παρασκευή Φθιώτιδας και πολύ μικρός έμεινε ορφανός από τους δύο γονείς. Σπούδασε στη Θεολογική και Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και γνώριζε 3 ξένες γλώσσες: αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά.

Υπηρέτησε ως καθηγητής στο Μέτσοβο, στο Άργος Ορεστικό Καστοριάς και στην Εκκλησιαστική Σχολή Λαμίας. Διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδ. Βελλάς από τον Ιούνιο 1963 μέχρι τον Ιούνιο 1971.

«Ο Αριστείδης Χαρατσής ήταν σπουδαίος άνθρωπος, δίκαιος, ειλικρινής, αγαπητός, γεμάτος ζωντάνια και πάθος για την ελληνική παιδεία»31. «Ήταν καλοκάγαθος. Είχε ήθος και ήταν φίλος των μαθητών»32Ως καθηγητής θεολόγος πίστευε ότι η ελληνοχριστιανική αγωγή διαπλάθει τον έλληνα χριστιανό πολίτη, με γνώσεις, ήθος και δεξιότητες, με ισχυρό εθνικό και χριστιανικό φρόνημα. «Ήταν αληθινός χριστιανός, τέλειος θεολόγος και παιδαγωγός. Αληθινός δημοκράτης που ξεχώριζε την ουσία από τους τύπους»33.

Ως καθηγητής είχε σπουδαίες αρετές. Στη διδασκαλία απλοποιούσε και τις πιο δυσνόητες έννοιες. Είχε ευχέρεια λόγου και πάθος για την ελληνική παιδεία. Πίστευε στην αξία του μορφωτικού ιδανικού των αρχαίων Ελλήνων «καλόν καγαθόν», των ιδανικών του ελληνικού πολιτισμού της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της δημοκρατίας, της σοφίας, της αγάπης για τη ζωή και των ιδανικών του Χριστιανισμού της αγάπης και της θυσίας τα οποία δημιούργησαν τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό34: Θεωρούσε το μαθητή ως «ολότητα», σύνθεση σώματος και ψυχής και επεδίωκε την καλλιέργειά του ώστε να καταστεί ο μαθητής ολοκληρωμένη προσωπικότητα και χρηστός πολίτης της κοινωνίας.

Χάρη στο ενδιαφέρον του ως Διευθυντή «το Ιεροδ. Βελλάς λειτούργησε σαν μια μεγάλη οικογένεια. Όλοι ζούσαν σ’ ένα περιβάλλον που έσφυζε από θέληση για μάθηση,μελέτη, ποίηση, μουσική, ζωγραφική, μαθηματικά, φιλοσοφία, παιδαγωγικά, λογοτεχνία, εορταστικές εκδηλώσεις, αθλητισμό»35.

 «Φιλελεύθερος εκπαιδευτικός και γνώστης της Ψυχολογίας του εφήβου επιβαλλόταν με την προσωπικότητα και τον συνετό λόγο και όχι με τον πειθαναγκασμό. Σεβόταν την προσωπικότητα του μαθητή και επεδίωκε να έχει υψηλό αίσθημα ευθύνης. Βασικός του στόχος ήταν η καλλιέργεια της αυτοσυνειδησίας του μαθητή και η δημιουργία κλίματος ελεύθερης αυτοδέσμευσης του μαθητή. Έτσι οι μαθητές αναλάμβαναν οι ίδιοι να οργανώνουν τη σχολική και εκκλησιαστική ζωή. Αναπτύχθηκε στη Σχολή ένας εκπαιδευτικός δυναμισμός που οδηγούσε τους σπουδαστές στην ελεύθερη συμμόρφωση και πρόοδο»36.

Το Ιεροδ. Βελλάς ως σχολείο αγωγής είχε πλούσια σχολική ζωή με ποικίλες δραστηριότητες των μαθητών. Ο Διευθυντής ενθάρρυνε την οργάνωση του σχολικού αθλητισμού ο οποίος περιελάμβανε: γυμναστική, αγώνες στίβου, ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϋ μπωλ,πινγκ-πονγκ, χορούς. Σπουδαίες ήταν οι γυμναστικές επιδείξεις στο τέλος της σχολικής χρονιάς τις οποίες οργάνωνε ο Γυμναστής Θεόδωρος Γεωργούλης. Οι σπουδαστές οργάνωναν τις σχολικές γιορτές, τις εκδρομές και τη λειτουργία της σχολικής βιβλιοθήκης.

Το 1966 με την πράξη 4/17-11-1966 της Σχολικής Εφορείας ο Διευθυντής αποποιήθηκε τη διαχείριση του αγροκτήματος. Η γενική εποπτεία ανατέθηκε στον Πρόεδρό της Μητροπολίτη Σεραφείμ τον οποίο βοηθούσε ο Διευθυντής του Δημοτικού σχολείου Ιωάννης Παππάς37.

Με τη συνεργασία Σχολικής Εφορείας και Διευθυντή έγιναν σημαντικά έργα, (Κορακίδης, 1993: 74-76): Αποπεράτωση της νέας (νότιας) πτέρυγας του διδακτηρίου και εγκατάσταση εκεί του Δημοτικού Σχολείου. Κατασκευή κεντρικής θέρμανσης με 3 καυστήρες Diesel και κυκλοφορητές (1966-1969). Διαπλάτυνση γηπέδου και συντήρηση κτιρίων. Διαμόρφωση πλατείας μπροστά στη Σχολή (1969) και κατασκευή του πλακόστρωτου με άσπρη πέτρα (1971).

Για την προσφορά του στην πατρίδα και την εκπαίδευση τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με το Χρυσό Φοίνικα.

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

 

Αρχιμ. Συμεών Χατζής (1937- )

Μετά τον Αριστείδη Χαρατσή τοποθετήθηκε το Σεπτέμβριο του 1971 Διευθυντής του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς ο Αρχιμανδρίτης Συμεών Χατζής.

Ο Αρχιμ. Συμεών Χατζής γεννήθηκε το 1937 στη Νήσο Ιωαννίνων. Φοίτησε στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων, στη Θεολογική (1961) και στη Νομική Σχολή Αθήνας (1975). Χειροτονήθηκε διάκονος το 1964 και το 1967 Πρεσβύτερος (Αρχιμανδρίτης). Διευθυντής στη Βελλά διετέλεσε από το Σεπτέμβριο 1971 μέχρι τον Ιούνιο 1972.

 Το 1971 με το Νόμο 876/17-5-1971 (ΦΕΚ 95 Α΄) όλες οι Εκκλησιαστικές Σχολές της χώρας και το Ιεροδ. Βελλάς υπήχθηκαν στη δικαιοδοσία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας. Ο Αρχιμ. Συμεών περιγράφει την κατάσταση ως εξής: «Το ακαδ. Έτος 1971-1972 απετέλεσε ένα σταθμόν και ένα πείραμα δια την Εκκλησιαστικήν Εκπαίδευσιν, …υπήρξαν τότε πολλοί δημιουργικοί οραματισμοί και ενθουσιασμός….Νέαι κατευθύνσεις και οδηγίαι εδίδοντο από την καινούργιαν πλέον Διοίκησιν της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως. Εκλήθημεν να επιτελέσωμεν εις το Ιεροδ. Βελλάς την μετάβασιν και την αλλαγήν. Το έργον δια τους ανωτέρω λόγους δεν ήτο εύκολον δι’ όλας τας Εκκλησιαστικάς Σχολάς»38.

Ο Αρχιμ. Συμεών ανέλαβε τα καθήκοντα του Διευθυντή δια να «διακονήσει την κοινωνίαν» και την παιδεία της νεότητας. Με τη θεολογική μόρφωση, το ιεραποστολικό φρόνημα, τη διδασκαλία, το κήρυγμα και τη φιλεργατικότητα πέτυχε στο έργο του. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες μαθητών ως Διευθυντής επεδίωκε την εφαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος, με αποτέλεσμα οι μαθητές να αποκτήσουν σπουδαίες γνώσεις και δεξιότητες,ελληνικό και χριστιανικό φρόνημα, με τη λατρευτική αγωγή και την παιδεία η οποία «είναι η δύναμη και το φως που οδηγεί τον άνθρωπον εις την πνευματικήν και ηθικήν αυτονομίαν, την ολοκλήρωσιν και τελείωσιν»39.

Ο Αρχιμ. Συμεών ως κληρικός είχε συνείδηση της σπουδαιότητας του έργου του: «Το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη χριστιανική αγωγή των νέων ανήκει εις τον Ι. Κλήρον ο οποίος συνεχίζει το έργον των Αποστόλων που προσεκαρτέρουν (ήσαν αφοσιωμένοι) όχι μόνον “τη προσευχή” αλλά και “τη διακονία του λόγου” (Πραξ. 6:4). Το χρέος ανήκει σε μας…να χορτάσουμε τις πεινασμένες ψυχές τους με τον Άρτο της Ζωής και να φωτίσουμε το πνεύμα τους με το φως του Χριστού»40.

Δίδασκε με σαφήνεια και στήριζε τη διδασκαλία με αναφορές στην Αγία Γραφή και στους Πατέρες της Εκκλησίας, ώστε να διατηρείται ανόθευτη η δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Ο Αρχιμ. Συμεών έδωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Εκκλησιαστική ζωή των σπουδαστών. Έτσι την κατήχηση (διδασκαλία) στην τάξη συμπλήρωνε η Λατρεία και το κήρυγμα Όπως προαναφέραμε οι Εκκλησιαστικές Σχολές κατά την περίοδο 1971-1976 αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Ο Αρχιμ. Συμεών εργάστηκε επίμονα για την αντιμετώπισή τους. Ο ίδιος σημειώνει ότι: «Επετεύχθη η βελτίωσις των συνθηκών διαβιώσεως των Ιεροσπουδαστών. Εξησφαλίσθη η καλυτέρα και ασφαλεστέρα μετακίνησις-μεταφορά του προσωπικού του Ιεροδ/λείου που διέμεναν εις Ιωάννινα με την αγοράν μικρού λεωφορείου. Το διδακτικόν προσωπικόν ειργάσθη ευσυνειδήτως και αποδοτικώς»41.

Σύμφωνα με μαρτυρία μαθητή την περίοδο αυτή υπήρχε στη Σχολή κλίμα «ηρεμίας και εργασίας» αλλά και ακριβούς τήρησης των κανόνων λειτουργίας της Σχολής42.

«Από το 1971 το αγρόκτημα έπαυσε να χορηγεί αγαθά στο Ιεροδ/λείο. Συνέχισε όμως να χορηγεί μέχρι το 1977 μόνο για διατροφή των μαθητών του Δημοτικού»43.

Για την πρόοδο της Σχολής ο ίδιος τονίζει στο βιογραφικό του σημείωμα ότι: «Η Σχολή με την βοήθειαν του Θεού συνέχισε να εκπληρώνη την υψηλήν αποστολήν της προς εύκλειαν της τοπικής Εκκλησίας και το γενικότερον καλόν της ελληνικής κοινωνίας».

Μετά την Βελλά υπηρέτησε στη Σχολή Ιερατικών σπουδών Αθηνών και στην Ι. Μητρόπολη Πατρών ως Ιεροκήρυκας (1975). Σήμερα υπηρετεί ως εκλεγμένος (από το 1989) Ηγούμενος της παλαιφάτου Ι. Μονής Γηροκομείου Πατρών και από το 2001 Πρωτο σύγκελος της Ι. Μ. Πατρών.

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

 

 Επίσκοπος Δωδώνης Χρυσόστομος 

Βούλτσος (1927-1985)

  

Τη λαμπρή πνευματική προσφορά των κληρικών της Ελλαδικής Εκκλησίας στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς συνέχισε επάξια ως Διευθυντής ο Επίσκοπος Δωδώνης Χρυσόστομος Βούλτσος.

Ο Επίσκοπος Χρυσόστομος (Άρης) Βούλτσος γεννήθηκε το 1927 στην Αθήνα από Μικρασιάτες γονείς της Σμύρνης. Φοίτησε στη Θεολογική Σχολή Αθηνών. Εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε διάκονος το 1952. Υπηρέτησε ως Ιεροκήρυκας στην Άρτα. Το 1955 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και προχειρίστηκε Αρχιμανδρίτης. Από το 1959 υπηρέτησε ως Ιεροκήρυκας στα Γιάννενα, στο Αίγιο, στα Καλάβρυτα και το 1962 στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Το 1970 εκλέχτηκε βοηθός Επίσκοπος της Ι. Μητρόπολης Ιωαννίνων με τον  τίτλο του Επισκόπου Δωδώνης. Το 1974 εκλέχτηκε Μητροπολίτης Ν. Σμύρνης.

Διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδ. Βελλάς την περίοδο Ιούνιος 1972-Ιούλιος 1973. Εργάστηκε στη Σχολή ως επίσκοπος διότι πίστευε στην αρχή: «Η Εκκλησία στη διακονίατου λαού του Θεού»44.«Υπήρξε ποιμήν της αγάπης. Είχε συνειδητοποιήσει βαθιά πως το έργο της Εκκλησίας, η διαποίμανση του χριστιανικού ποιμνίου, είναι πρωτίστως έργον αγάπης, διακονία αγάπης»45Ως θεολόγο οι μαθητές τον χαρακτηρίζουν μεγάλο δάσκαλο για την απλότητα του χαρακτήρα και την εξαιρετική του διδασκαλία. «Φύση που τον διέκρινε η ζωντάνια, ο ενθουσιασμός και η νεανική ορμή αναδείχθηκε μοναδικός φίλος της νεότητος. Η χριστιανική διαπαιδαγώγηση των παιδιών ήταν μια προσπάθεια που τον συνέπαιρνε…τον διατήρησε πάντα νέο στο φρόνημα. Έδινε τα πάντα γι’ αυτόν το σκοπό: χρόνο, διάθεση, δυνάμεις, υλικά μέσα» (Κούτσας, 1987: 10-11).

«Η εκκλησιαστική διδαχή μαζί με τη λατρεία ήταν το κύριο έργο του: ο λόγος του είχε δύναμη και παλμό. Μιλούσε μέσα από την καρδιά του και είχε την ικανότητα και τα πιο υψηλά θέματα να τα κάνει προσιτά»46 .Το όραμά του για το μαθητή ήταν το υψηλό επίπεδο στο ήθος, στην ικανότητα καιστη μορφωτική στάθμη. «Σεβόταν τον άλλο, τη γνώμη του, την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς του»47.

Για την πληρέστερη μόρφωση των σπουδαστών στα παιδαγωγικά και την ψυχολογία έφερε καθηγητές από τη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων, οι οποίοι δίδασκαν τα απογεύματα 2 ώρες την εβδομάδα.

Ο Επίσκοπος Δωδώνης Χρυσόστομος «υπήρξε άνδρας αφοσιωμένος στο Θεό και στην Εκκλησία». «Η λατρεία, το κήρυγμα και η κατήχηση ήταν τομείς που συγκέντρωναν τη συνεχή φροντίδα του»48Τόνιζε την αξία των Ιερών Μυστηρίων και της προσευχής, για να βαδίσουν οι νέοι το δρόμο του Χριστού και της χριστιανικής ζωής για την κατάκτηση της αγιότητας και της αρετής.

Κατά την άσκηση των διευθυντικών του στο Ιεροδ. Βελλάς καθηκόντων επέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη λειτουργία της Σχολής και του οικοτροφείου. «Υπήρξε σοφός δάσκαλος, φλογερός ιεράρχης, μαχητής της ζωής, ορμητικός και πολύ γρήγορος στις αποφάσεις του. Τα λόγια του ήταν κοφτά. “Το βλέπεις αυτό;” σούλεγε, “δεν θα το ξαναδώ έτσι ή εκεί!” και καταλάβαινες τι έπρεπε να κάνεις»49. «Υπακούαμε σεβόμενοι το πατρικό του ενδιαφέρον, τη γνησιότητα του χαρακτήρα και την αγαθότητα των αισθημάτων του. Έτσι δεν υπήρχαν ποινές και παίρναμε άδεια μόνο σε πραγματική ανάγκη»50. Αγαπούσε την ελευθερία. Ήθελε η προσφορά του έργου από τους σπουδαστές να προέρχεται από ελεύθερη διάθεση παρά από καταναγκασμό. Με τον τρόπο αυτό μόρφωνε τον υπεύθυνο πολίτη της κοινωνίας.

Ο Επίσκοπος Χρυσόστομος ήθελε ένα σχολείο ζωής, χαράς, αγωγής και πολιτισμού. Συμμετείχε στις εκδηλώσεις των μαθητών και έτσι51 ανανέωσε το θέατρο, τη σκηνή, το αναγνωστήριο και έφερε τηλεόραση και ένα ηχοσύστημα της εποχής για να εκπέμπει μουσική σε όλες τις τάξεις. Πήγαινε στο γήπεδο, έπαιζε μπάλα και γινόταν ένα με τα παιδιά. Ο Επίσκοπος Χρυσόστομος με το διδακτικό, αγιαστικό και ποιμαντικό του έργο συνέβαλε στην καρποφόρα λειτουργία της Σχολής και στην πλούσια ελληνοχριστιανική αγωγή των σπουδαστών.

Το 1974 εκλέχτηκε Μητροπολίτης Ν. Σμύρνης την οποία εποίμανε μέχρι το θάνατό του, το 1985. «Ήταν πραγματικά ποιμένας και πατέρας. Ήταν ο επίσκοπος της αγάπης»52.

 

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

   

 

 ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, ΤΗΣ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗΣ,

 Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΚΥΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΒΟΥΛΤΣΟΣ (1927-1986)

 Του Γεωργίου Μ.Βλέτσα

....Υπήρξε αχθοφόρος του ανθρώπινου πόνου, παρήγορος στις δοκιμασίες των ανθρώπων και αθόρυβος εργάτης του Ευαγγελίου. Ως Νέας Σμύρνης καθιέρωσε θεσμούς, δομές, ανέπτυξε δραστηριότητες, έκανε έργα και κράτησε ζωντανό το όραμα της Εκκλησίας. 

 συνεχίζεται ... Χρυσόστομος

Πρωτοπρεσβύτερος Ηλίας Tσιβίκης (1940- )

Ο Πρωτοπρεσβύτερος Ηλίας Τσιβίκης διετέλεσε Διευθυντής της από τον Ιούνιο του 1977 μέχρι τον Ιούλιο του 1979.

Γεννήθηκε το 1940 στην Καλλίοπη της Λήμνου και φοίτησε στις Σχολές: Εκκλησιαστική Σχολή Αγίας Αναστασίας Βασιλικών Θεσσαλονίκης (Οικ. Πατριαρχείου) (1960), Ορθόδοξο Ρωσική Θεολογική Σχολή των Παρισίων (Οικ. Πατριαρχείου) (1965), Θεολογική (1966) και Νομική Σχολή Παν/μίου Θεσ/νίκης (1979). Μιλούσε ξένες γλώσσες, Γαλλικά και Ρωσικά. Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος το 1966.

Ως κληρικός-θεολόγος ο π. Ηλίας Τσιβίκης θεωρούσε το έργο της μόρφωσης της νεότητας ως «διακονία» και το επιτελούσε πάντα «με πολλή ταπείνωση, φόβο θεού και αγά πη πολλή»53Όπως βεβαιώνει Βελλαΐτης μαθητής του: «Ήταν χαμηλών τόνων, υπομονετικός, με ανοιχτούς ορίζοντες. Αφοσιώθηκε στο έργο του ως Σχολάρχης και ως Ποιμενάρχης. Παρέμενε εργαζόμενος πολλές ώρες και μέχρι αργά το βράδυ»54Ο π. Ηλίας Τσιβίκης ως Διευθυντής «εμφύσησε ένα νέο πνεύμα μαθητείας και συμπεριφοράς. Ίδρυσε, με ίδια μέσα, κέντρο εκμάθησης ξένων γλωσσών για τους μαθητές και σπουδαστές με όλα τα τεχνικά μηχανήματα»55Η σύζυγός του Μαρία-Μιρέιγ Ρόβερε-Τσιβίκη, πτυχιούχος Πανεπιστημίου Σορβόνης, δίδασκε στη Σχολή τη Γαλλική γλώσσα. Ο ίδιος δίδασκε θεολογικά μαθήματα. Με την πλούσια θεολογική, επιστημονική κατάρτιση και τη γνώση των κοινωνικών προβλημάτων δίδασκε με σαφήνεια και πληρότητα. Ως φιλελεύθερος άφηνε τους μαθητές να συμμετέχουν στο διάλογο, να διατυπώνουν ελεύθερα την άποψή τους και να κάνουν τη δι δασκαλία ενδιαφέρουσα και ωφέλιμη.

Η Σχολή και το Δημοτικό Σχολείο λειτουργούσαν αποδοτικά και οι περισσότεροι σπουδαστές λάβαιναν το πτυχίο τους με «άριστα»56Ο π. Ηλίας Τσιβίκης θεωρούσε σημαντική τη συμμετοχή των μαθητών στο λατρευτικό, μυστηριακό και κοινωνικό έργο της Εκκλησίας και την καλλιέργεια Εκκλησιαστικής συνείδησης57Την περίοδο 1971-1976 όλες οι Εκκλησιαστικές Σχολές αντιμετώπισαν δυσκολίες, κυρίως οικονομικές, στη λειτουργία τους58. Ο π. Ηλίας Τσιβίκης τις αντιμετώπισε με τη συνεργασία της Σχολ. ΕφορείαςΤο 1976 η Σχολή επανήλθε στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων με το Ν. 476/15-11-1976 (ΦΕΚ 308 Α΄). Μετά το 1976 έγιναν έργα συντήρησης των κτιρίων, αγορά εξοπλισμού και εξοφλήθηκαν χρέη της Σχολής με επιχορηγήσεις του ΥΠ.Ε.Π.Θ.59. Ο Διευθυντής της Σχολής ήταν Γραμματέας της Σχολ. Εφορείας και Πρόεδρος ο Μητροπολίτης Θεόκλητος.

Ο π. Ηλίας Τσιβίκης επεδίωξε να καταστήσει το Ιεροδ. Βελλάς «φορέα ζωντανής παιδείας και να αφυπνίσει τα δημιουργικά ενδιαφέροντα των μαθητών και την ευσυνείδητη συμμετοχή σ’ αυτά»60. Ο ίδιος τονίζει προς τους νέους: «Πρέπει να σας δώσει η Εκκλησία πρώτα απ’ όλα αγάπη και κατανόηση…να σας δώσει μια άλλη αντίληψη για τη ζωή, για θέματα που σας απασχολούν. Να σας δώσει κάτι το διαφορετικό, το καινούριο, το γνήσιο, το αληθινό. Αυτό που ταιριάζει»61. Έτσι δημιουργήθηκε στη Σχολήπλούσια σχολική ζωή62. Ίδρυσε εντευκτήριο (καπνιστήριο) για τους σπουδαστές με άριστη επίπλωση. Προέβη στην έκδοση του περιοδικού της Σχολής «Νεανικοί Παλμοί» με σκοπό την ανάδειξη και ανάπτυξη των λογοτεχνικών και συγγραφικών ικανοτήτων των σπουδαστών. Οργάνωσε τη λειτουργία της σχολικής βιβλιοθήκης. Συνέλαβε και υλοποίησε την ιδέα διεξαγωγής αγώνων δρόμων 5.000 μ. και 3.000 μ. με την επωνυμία: «ΚΑΛΠΑΚΙΑ ΒΕΛΛΑΣ: Ο δρόμος της Νίκης» με την ιδιαίτερη συμβολή του καθηγητή Φυσ.Αγωγής Χαράλαμπου Μπίτσικα σαν φόρο τιμής για τη θυσία και τη νίκη του 1940. Καλλιεργήθηκε ο αθλητισμός. Η καλλιτεχνική αγωγή: Μουσική, ζωγραφική και θεατρική γνώρισε μεγάλη άνθιση63.

«Από το 1977 έπαυσε το αγρόκτημα να χορηγεί (αγαθά) και στο Δημοτικό Σχολείο». Η Σχολή λειτούργησε μόνο με κρατικές δαπάνες.

Ο π. Ηλίας Τσιβίκης ενάρετος και ακούραστος πρωτεργάτης της Εκκλησίας και της Παιδείας πρόσφερε στη Βελλά σπουδαιότατο πνευματικό έργο. Μετά τη Βελλά ο π. Ηλίας Τσιβίκης υπηρέτησε το 1979 ως Υποδιευθυντής στην Εκκλησιαστική Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσ/νίκης και το 1989 στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Ως κληρικός σήμερα υπηρετεί ως Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Υψώσεως Τιμίου Σταυρού Γαλήνης Ωραιοκάστρου της Ι. Μ. Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως.

 

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

               Αλέξανδρος κορακίδης (1929- )

Μετά τον π. Ηλία Τσιβίκη τοποθετήθηκε το Νοέμβριο του 1979 Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας (Ιεροδιδασκαλείου) Βελλάς ο Αλέξανδρος Κορακίδης, Δρ Θεολογίας, Γενικός Επιθεωρητής Μ.Ε.

Ο Αλέξανδρος Κορακίδης γεννήθηκε το 1929 στον Πειραιά από γονείς Μικρασιάτες πρόσφυγες. Φοίτησε στη Θεολογική Σχολή Αθηνών64. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Θεολογία και γενικά στη Βυζαντινή Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (1965-1966). Ασχολήθηκε με ερευνητικό έργο στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1966-1968). Το 1973 έγινε Δρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Διηύθυνε και δίδαξε στα ιδιωτικά σχολεία που ίδρυσε με τη σύζυγό του Ελένη Παπακαλούση, φιλόλογο. Παράλληλα διετέλεσε Ιεροκήρυκας και Ιεροψάλτης σε ναούς του Πειραιά, της Ν. Ιωνίας και του Ηρακλείου. Διετέλεσε Διευθυντής του Ιεροδ. Βελλάς με το βαθμό του Γεν. Επιθεωρητή Μ.Ε. σε δύο περιόδους. Την α΄ περίοδο1979-1982 και τη β΄ περίοδο 1987-1989.

Υπηρέτησε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (ΚΕΜΕ) (Ιούνιος 1982-Αύγ. 1982), στην Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών ως Υποδιευθυντής (Σεπτ. 1982-Αύγ. 1986) και στην Εκκλησιαστική Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσ/νίκης (Ιούλ. 1986-Αύγ. 1987). Κατά την περίοδο Οκτ. 1983-Νοέμ. 1989 οι δύο αυτοτελείς Σχολές είχαν δικό τους Διευθυντή (του Εκκλ/κού Λυκείου ήταν ο π. Αντώνιος Αγρέβης). Ως Διευθυντής και καθηγητής θεολόγος διέθετε πλούσια διοικητική, θεολογική και επιστημονική κατάρτιση και εμπειρία.

Η διαμάχη μεταξύ Ι. Μονής-Μητρόπολης και της Σχολής για το αγρόκτημα μαζί με άλλα θέματα, όπως η λήψη αδειών από τους μαθητές και σπουδαστές, η συμμετοχή σε αγώνες για την ανωτατοποίηση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών (αποχή από τα μαθήματα, πορείες κλπ.) δημιούργησαν προβλήματα στη Σχολή και «πτώση των σπουδών» των σπουδαστών65. Ο ίδιος δηλώνει ότι: «Ο αγώνας ήταν να λειτουργήσει η Σχολή και μόνο. Ζήτησε να ενώσει τα διεστώτα. Υπήρχαν σοβαρά εμπόδια». «Ασχολήθηκα με το εκπαιδευτικό έργο και με γόνιμη προσπάθεια για την πλήρη καρποφορία της Σχολής».Με την προσωπικότητά του τόνωσε το πνεύμα φιλομάθειας των μαθητών και εργάστηκε για την πρόοδό τους και την αποτελεσματική λειτουργία της Σχολής.

Ο Αλέξανδρος Κορακίδης περιγράφει ως εξής τη λειτουργική ζωή των σπουδαστών στη Βελλά. «Η λειτουργία της Σχολής και η ζωή των μαθητών κυλούσε μέσα σε εκκλησιαστική πάντοτε (μοναστηριακή) ατμόσφαιρα μαζί με τη διοίκησή της, που την κατεύθυναν η ορθόδοξη παράδοση με το εορτολόγιο και τη θεία λατρεία, μέσα στον ιστορικό ναό (το καθολικό) της Ι. Μονής των γενεσίων της Θεοτόκου»66Σημαντική ήταν η συμβολή του Διευθυντή με το θείο κήρυγμα, την ψαλτική στο Ναό και το ορθόδοξο ήθος του. Ο ίδιος αναφέρει σχετικά: «Σκοπός της λειτουργικής ζωής είναι η καλλιέργεια του θρησκευτικού συναισθήματος των σπουδαστών και η απόκτηση βιωμάτων της εκκλησιαστικής ζωής. Σκοπός της Χριστιανικής αγωγής είναι η διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσωπικότητας του μαθητή. Να έχει καλλιέργεια εσωτερική,πνευματική. Ενσυνείδητη προσήλωση στο καθήκον. Σκοπός της ελληνορθόδοξης αγωγής είναι η ελληνομάθεια και η κατάρτιση των μαθητών με την ελληνοχριστιανική παράδοση και η μόρφωση ήθους και χαρακτήρα»67.

Κατά τη β΄ περίοδο Σεπτ. 1987-Νοέμ. 1989 η Σχολή λειτούργησε σε κλίμα ηρεμίας, συνεργασίας και αποτελεσματικότητας. Καθημερινά περίπου 10-15 σπουδαστές μετά το μεσημεριανό φαγητό μετέβαιναν στα Γιάννενα με το λεωφορείο και επανέρχονταν στη Σχολή το πρωί της επόμενης ημέρας. Έτσι έπαυσε η ολοήμερη παραμονή όλων των σπουδαστών στη Σχολή. Το 1979 έγιναν έργα συντήρησης και ανανέωσης των κτιρίων, του γηπέδου και το 1981 της κεντρικής θέρμανσης68.

Όπως τονίζει ο Αλέξανδρος Κορακίδης: «Οι Βελλαΐτες στη Βελλά σπουδάζουν, γυμνάζονται και ζουν». Έτσι υπήρχε μια πλούσια σχολική ζωή. Ο Μητροπολίτης Σπυρίδων για να διασφαλίσει τη λειτουργία της Σχολής και να επιτελεί τον μεγάλο εθνικό σκοπό της στο «άγνωστο» μέλλον πέτυχε την κατοχύρωση της περιουσίας της Ι. Μονής υπέρ της Σχολής με το Ν. 5408/3269Όπως ήταν επόμενο η θέση της Ι. Μονής-Μητρόπολης, η μη χορήγηση εσόδων του αγροκτήματος στη Σχολή (από το 1971) και στο Δημοτικό (από το 1977) και τα συνεχή δικαστήρια μεταξύ Ι. Μονής-Μητρόπολης και Σχολής είχαν αρνητικές συνέπειες στη λειτουργία της Σχολής70.

Ο Αλέξανδρος Κορακίδης διηύθυνε τη Σχολή σε περίοδο με προβλήματα τα οποία αντιμετώπισε με σύνεση και αγάπη. Μετά την αποχώρησή του από τη Βελλά υπηρέτησε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (1989-1990), στην Ανωτέρα Εκκλησιαστική Σχολή Αθηνών (1990-1995) και πάλι στο Π.Ι. (1995-1996).

Το συγγραφικό του έργο είναι πλουσιότατο. Έγραψε και τα βιβλία: Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς (1911-1989), Αθήνα 1993, Η Βελλά της Ηπείρου. Η μεσαιωνική πόλη, επισκοπή και η Μητρόπολη και οι Ι. Μονές της. Ιστορία μιας χιλιετίας (Ca 904-1936),

 

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

              Εμμανουήλ Ριζόπουλος (1941- )

Μετά την απόσπαση του Διευθυντή Αλέξανδρου Κορακίδη στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1982 ανέλαβε καθήκοντα Διευθύνοντος στην Εκκλησιαστική Παιδαγωγική Ακαδημία Βελλάς ο Εμμανουήλ Ριζόπουλος, καθηγητής Παιδαγωγικών της Σχολής.

Ο Εμμανουήλ Ριζόπουλος γεννήθηκε το 1941 στη Βροντισμένη Ιωαννίνων. Μικρός έμεινε ορφανός από πατέρα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου και ο Μητροπολίτης Σπυρίδων ανέλαβε τη φροντίδα της οικογένειας. Φοίτησε στην Παιδόπολη «Άγιος Σπυρίδων» Γαστουρίου Κέρκυρας, στο Δημοτικό Σχολείο και στο Γυμνάσιο Βελλάς και εισήλθε το 1956 στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς.

Υπηρέτησε ως δάσκαλος σε σχολεία του Πωγωνίου και Ξηροβάλτου και το Δεκέμβριο του 1968 μετανάστευσε στο Σικάγο του Ιλλινόις της Αμερικής. Την περίοδο 1969-1979 υπηρέτησε σε ελληνικά σχολεία της ομογένειας του Ιλλινόις. Φοίτησε στα Πανεπιστήμια Northwestern University (1970-1974) και Governors University of Illinois (1974-1976) και έλαβε πτυχίο Master of Arts and Education.

Το 1979 διορίστηκε καθηγητής Παιδαγωγικών στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς στο οποίο διετέλεσε Διευθυντής κατά την περίοδο Ιούνιος 1982 - Ιούλιος 198771Ενεργοποίησε τους μορφωτικούς παράγοντες της Σχολής, γονείς, μαθητές και καθηγητές για να στηρίξουν την προσπάθειά του. Έτσι καλλιεργήθηκε πνεύμα εμπιστοσύνης,αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας το οποίο συνέβαλε στην αδιατάρακτη λειτουργία της Σχολής και στη δημιουργική πνευματική εργασία των μαθητών.

Ως καθηγητής των Παιδαγωγικών ανέπτυξε εξαιρετική δραστηριότητα: Ο ίδιος δίδασκε παιδαγωγικά μαθήματα και ιδίως Διδακτική, Γενική και Ειδική. Αναβάθμισε το 1/θέσιο Πρότυπο Δημοτικό Σχολείο Βελλάς σε 3/θέσιο και το εμπλούτισε με εποπτικά μέσα. Εκεί πραγματοποιούσαν οι τελειόφοιτοι σπουδαστές διδασκαλίες. Για την απόκτηση μεγαλύτερης σχολικής και ιδιαίτερα διδακτικής εμπειρίας οι σπουδαστές μετέβαιναν σε Δημοτικά Σχολεία χωριών (1/θέσια) και των Ιωαννίνων (πολυθέσια). Εκεί πραγματοποιούσαν διδασκαλίες, παρακολουθούσαν διδασκαλίες των δασκάλων των Σχολείων σε όλες τις τάξεις και γνώριζαν όλη τη λειτουργία του σχολείου72.

Ο Εμμανουήλ Ριζόπουλος ήθελε να έχει ο δάσκαλος πλούσια επιστημονική και θεολογική κατάρτιση, ιδιαίτερα στις επιστήμες της Αγωγής: Γενική Παιδαγωγική, Ιστορία

Παιδαγωγικής, Ψυχολογία, Κοινωνιολογία κλπ. Ακόμη να έχει διδακτική εμπειρία, υπηρεσιακή ευσυνειδησία, υψηλό ελληνορθόδοξο φρόνημα, ολοκληρωμένη προσωπικότητα, ώστε να μπορεί να συμβάλει ως «αληθινός και πνευματικός οδηγός στην πρόοδο και την

ανύψωση της κοινωνίας και του πολιτισμού»73Η Εκκλησιαστική ζωή με τον εκκλησιασμό, το θ. κήρυγμα, τη συμμετοχή στα Ιερά Μυστήρια διατηρήθηκε, όπως έπρεπε, σε μια Εκκλησιαστική Σχολή. Πρέπει να αναφέρουμε ότι στη Βελλά με τη θρησκευτική διδαχή στην τάξη και στην Εκκλησία ποτέ δεν καλλιεργήθηκε μια «τυπική θρησκευτικότητα, τυπολατρεία»74 με φανατισμό αλλά ένα γνήσιο χριστιανικό ορθόδοξο φρόνημα με ελευθερία, που εκφραζόταν με τη βαθιά πίστη στο Θεό και την απέραντη αγάπη προς τον πλησίον, «με την φωτισμένην χριστιανικήν πίστιν και ζωήν χωρίς να καταφρονεί τους τύπους»75. Η Βελλά ήταν ένα σχολείο θρησκείας και πολιτισμού, γνώσης και πίστης.

Το καλοκαίρι του 1982 έγιναν από τη Σχολική Εφορεία σημαντικά έργα στη Σχολή με οικονομική επιχορήγηση του ΥΠΕΠΘ76. Ανακαινίστηκαν οι κοιτώνες και δημιουργήθηκαν μικρά δωμάτια 4κλινα με ντουλάπες καθώς και όλοι οι χώροι της Σχολής. Τοποθετήθηκαν στην αίθουσα θεάτρου νέα σκηνή και ηλεκτροφωτισμός. Με τα έργα αυτά δημιουργήθηκαν εξαιρετικές συνθήκες διαβίωσης των σπουδαστών και μαθητών77.

Ως καθηγητής και Διευθυντής, φιλοπρόοδος και φιλεργατικός, συνέβαλε στη δημιουργία πλούσιας σχολικής ζωής στη Βελλά. Έτσι πραγματοποιήθηκαν μουσικές εκδη-

λώσεις και θεατρικές παραστάσεις στη Βελλά και στα Γιάννενα και εκδρομές των σπουδαστών και μαθητών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ο Εμμανουήλ Ριζόπουλος με την επιστημονική συγκρότηση, τη φιλότιμη προσπάθεια και την μεγάλη αγάπη προς τη Βελλά και τους Βελλαΐτες έδωσε πάλι στη Βελλά την παλιά της πνευματική αίγλη.

Μετά το τέλος λειτουργίας της Σχολής στις 9-11-1989 υπηρέτησε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (1989-1990), στα Π.Ε.Κ. Ιωαννίνων (1990-1994) και στο ΤΕΙ-Τμήμα Βρεφονηπιοκόμων Ιωαννίνων (1994-2000) και δίδαξε στις ΣΕΛΔΕ και ΣΕΛΜΕ.

Απόσπασμα από την εισήγηση του Γραμματέα του Συνδέσμου μας Αδαμάντιου Παπαχρήστου στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς.

 

 

Στο Μανώλη Ριζόπουλο ο Γιώργος Τσούκα  αφιερώνει τις παρακάτω σκέψεις του:

Μανώλης Ριζόπουλος :

ο «αδελφός» , ο φίλος, ο συνάδελφος..!

Το άγγελμα της άδικης και πρόωρης απώλειας του Μανώλη ανατάραξε αυτόματα την άγρυπνη μνήμη. Ξύπνησε μέσα μου μια ολόκληρη εποχή. Μια περίοδο κοινωνικοπολιτικής «δίνης», μια περιπέτεια προσωπικής οδύνης και καθημερινής μιζέριας που ανέδειξε, ωστόσο, χαρακτήρες γνήσιους, μορφές αδρές και σκληρές, σαν τις μετεμφυλιακές μας μέρες της 10ετίας του 50..!

Η ταπεινή συμμετοχή μου στην απώλεια του παιδικού φίλου, είναι μια αναμνηστική περιδιάβαση σε χώρους και σε πρόσωπα που έμειναν σημάδια του χρόνου ανεξίτηλα… Αυτή η ευλαβική αναπόληση μου επιβάλλει λίγα λόγια «καρδιάς» και οφειλόμενης «μνήμης», στον Μανώλη, από μακριά , μια και δεν αξιώθηκα να του αποθέσω λίγα λουλούδια….

Τι κι αν δεν ζούσαμε από κοντά, χρόνια πολλά.

Τι κι αν βλεπόμασταν φευγαλέα στο περιθώριο διακοπών, όπου εκείνος δρούσε με τον τρόπο του στον τόπο του , ενώ εγώ έμοιαζα σαν «επισκέπτης» στη γενέτειρας…

Η άμεση επαφή μας, ωστόσο, όποτε και αν γινόταν, τροφοδοτούσε την ολοζώντανη παιδικότητά μας , άλλοτε μέσα από μνήμες σκληρές, άλλοτε με μια αφοπλιστική «εξιλέωση» της τραγικότητας των παιδικών μας χρόνων που τα ισοπέδωνε η μοίρα και η οδύνη της προσφυγιάς...!

Και όλα αυτά με μια αίσθηση αμεσότητας. Με μια γνήσια επαφή. Με μια ανυπόκριτη επικοινωνία ουσίας…

΄Ηταν μαχητής…

και στον τρόπο που αντιδρούσε ως μαθητής, και στη συμπεριφορά του ως επαγγελματίας, και στον τρόπο που εκφράζονταν ως άνθρωπος…

Ήταν αδιάλλακτος , πληθωρικός, φωναχτός τύπος , αφοπλιστικά ειλικρινής , σεμνός, σκληροτράχηλος σε κείνο που πίστευε , ασυμβίβαστος σε αρχές και επιδιώξεις…

Αμετακίνητος σε θέσεις και αντιθέσεις του «συστήματος»,

στο οποίο δεν δίστασε με τον τρόπο του να αντιταχθεί και να πολεμήσει,

ακόμα και όταν φάνηκε πως «έπεσε» στη δυσμένεια κάποιων κρατούντων, ή στην αφάνεια των ανίσχυρων…

΄Ηταν μυαλό καθαρό.

Ένα μάτι ορθάνοιχτο. Ένα βλέμμα διεισδυτικό. Ένα πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό… Ένα ανάστημα αγέρωχο, σχεδόν προκλητικό.

Ήταν το παιδί της Διαμάντως…!

Της χαροκαμένης γυναίκας που μεγάλωνε τα δύο ορφανά της κρατώντας τον κεντρικό καφενέ στα Λυόμενα Αμπελοκήπων…Όποιος έχει τη δύναμη να θυμάται ακόμη εκείνη την «Ακρόπολη» της προσφυγιάς, (καμία σχέση με τη συνοικία της Καλλιθέας, που υπάρχει σήμερα), καταλαβαίνει πραγματικά τι εννοώ…!

Ήταν σκληρός με τον εαυτό του και επίμονος στις επιδιώξεις του…

Ήταν θαρραλέος και αποφασιστικός.

Άνθρωπος της πράξης και της δράσης σε ό τι καταπιανόταν.

Άνθρωπος της πνευματικής ακτινοβολίας , αλλά και παιδί της «πιάτσας».

Δύσκολα διέκρινες τον οραματιστή Παιδαγωγό από τον πρακτικό άνθρωπο, που έπιανε τον «ταύρο από τα κέρατα» για να πετύχει το στόχο του.

προκειμένου να υπερασπιστεί τις αρχές και τις ιδέες του…

Ήταν ένα παιδί χαρούμενο , εύθυμο και ανοιχτό , παρ’ ότι έζησε το σκληρό πρόσωπο της ορφάνιας, μέσα στον πυρήνα της προσφυγιάς…

Ήταν ένα επιγένημα των πέτρινων εκείνων χρόνων , που αν και σφυρηλατήθηκε στο αμόνι της ανάγκης , οπλίστηκε από την αντίδραση μιας αυτογέννητης δυναμικής της ζωής , που έπρεπε να τη νικήσει. Και την νίκησε…! Μέχρι το μακρινό Σικάγο έφτασε η χάρη του, για να διεκδικήσει εργαζόμενος τα εφόδια που θα τον ξανάφερναν στην πατρίδα, σπουδαγμένο και άξιο να εφαρμόσει τον Νόμο της ανταποδοτικότητας στη ζωή και να επιστέψει τη «μαθητεία» που του χάρισαν ως «διδαχή» στους νεότερους…

Σ’ αυτό το μονοπάτι συνάντησα το Μανώλη αυτόματα, καθώς έμαθα τον πρόωρο και άδικο χαμό του… Εκεί συνάντησα τη μάνα του τη Διαμάντω. Τον πρόωρα χαμένο αδελφό του , το Νίκο.. Σε κείνη την ταπεινή γωνιά , στην «Ακρόπολη» της προσφυγιάς, που «ρίζωσε» στα Λυόμενα Αμπελοκήπων…!

Σε ευχαριστώ φίλε που μου τα θύμισες όλα.. Κρίμα που δεν μπορούμε πια να ξαναζήσουμε κάτι από το χρώμα και το «κρίμα» εκείνης της εποχής…

Θα σε θυμάμαι πάντα…!

Νάσαι καλά , Μανώλη, εκεί που βρίσκεσαι…!

 

Αναζήτηση στο Σάιτ

Κατοχυρωμένα δικαιώματα: Πανελ.Σύνδεσμος Αποφοίτων Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς. Σχεδίαση: Ζουρελίδης Συμεών. Επιμέλεια : Οικονόμου Παύλος

Υλοποιήθηκε από Webnode